Favs

Τρίτη 21 Ιουλίου 2015

Η Αγάπη και ο Χρόνος (το παραμύθι μου - γεννημένο από αισθήματα που έχω για κάποιον) ~ Η αρχή ( Μέρος 1ο )

"Η αγάπη πάντα ελπίζει και ονειρεύεται.."
 Μαγεύεται..






Δύσκολη που είναι όμως.. και λίγο τυφλή μερικές φορές.
Μαγεύεται δύσκολα, αργεί να δει καθαρά.
Πιστεύει στη μαγεία, όμως σπάνια δίνει χρόνο σε αυτή.

Ο χρόνος δεν αγαπάει εύκολα. Το μόνο που δίνει είναι χρόνο. Ένα μικρό κομμάτι του.
Έιναι δύσκολος και αυτός..
περνάει αργά και άλλοτε γρήγορα σα σφαίρα, και τρέχεις να τον προλάβεις.
Δε μαγεύεται καθόλου εύκολα, και δε σταματάει πουθενά.


Δίνει χρόνο στα αισθήματα χωρίς πάντα απόλυτα να τα πιστεύει και να τα εμπιστεύεται.
Μερικές φορές τα ξεχνάει.
Ο χρόνος το κάνει αυτό, σε κάνει να ξεχνάς.


Έπειτα υπάρχει και ο πόνος,
που χρειάζεται και τους δυο μαζί για να ξεχαστεί.



Μια μέρα ο Χρόνος και η Αγάπη γνωρίστηκαν. 
Τον πόνο τον ήξεραν και οι δύο, μα μεταξύ τους δεν είχαν γνωριστεί.

Ο ένας είχε να δώσει στον άλλον αυτό που χρειάζεται, 
μα κανείς από τους δύο, δε μπορούσε να το δώσει.

Δεν ήξεραν ποιοι είναι, ή απλά το είχαν ξεχάσει.
Είχαν άλλες ασχολίες τότε.


Η Αγάπη δεν γνώριζε τη σημασία του Χρόνου.
Ο Χρόνος δεν ήξερε την Αγάπη.

Όχι την αληθινή τουλάχιστον.
Έτσι δεν την εμπιστευόταν.

Η Αγάπη ήταν πληγωμένη και ενώ τον είχε προσέξει, δεν του έδωσε σημασία.
Απλά τον άφησε να περάσει, και να φύγει.
Ο Χρόνος βιαστικός όπως πάντα, δεν έδωσε ούτε αυτός σημασία,
και έφυγε.

Αφηρημένοι και οι δύο, έχασαν την ευκαιρία.

Τα χρόνια περνούσαν, και οι ζωές τους συνέχιζαν να είναι το ίδιο "άδειες".

Ο Χρόνος συνέχιζε τον δρόμο του, μη πιστεύοντας στην Αγάπη, 
χαραμίζοντας κομμάτια του εαυτού του.

Η Αγάπη πληγωμένη ως ήταν, είχε χτίσει γύρω της έναν τοίχο.
Τόσο για την ίδια όσο και για τους άλλους.
Δεν ήθελε να πληγώσει κανέναν, ούτε να αφήσει κανέναν να τη πληγώσει ξανά.

Δεν ήθελε να θυμάται και προσπαθούσε να σταματήσει τον χρόνο, να μη κυλάει.

Δεν ήξερε ότι ο Χρόνος μπορούσε να γιατρέψει τις πληγές της.
Ο Χρόνος δεν ήξερε ότι η Αγάπη μπορούσε να γιατρέψει τις δικές του.

Φαινόταν ότι είχαν χάσει την ευκαιρία..  
όμως το πεπρωμένο είχε γράψει άλλα.
Τους έδωσε μια 2η ευκαιρία, μετά από μερικά χρόνια.


Η Αγάπη σε αυτά τα χρόνια είχε καταφέρει να "παγώσει" τον χρόνο,
είχε καταφέρει να μη πονάει πια.

Ο Χρόνος είχε μάθει να κυλάει χωρίς αγάπη.

Είχε έρθει η ώρα, οι δρόμοι τους να ξανά συναντηθούν.


Η Αγάπη είχε χτίσει ένα κάστρο στη μέση του πουθενά, 
δεν είχε φύγει ποτέ απο το κάστρο της,
και ο φρουρός του κάστρου της, δεν άφηνε κανέναν να περάσει.
Ένα βράδυ ο δρόμος του Χρόνου τον έβγαλε στο κάστρο της,
 πέρασε τον φρουρό και της χτύπησε τη πόρτα.

Εκείνη απορημένη του άνοιξε. 
Δεν είχε ανοίξει ποτέ τη πόρτα της σε κανέναν,
αλλά πάλι, κανείς δεν είχε φτάσει ως αυτήν.
Ο φρουρός της δεν είχε αφήσει κανέναν να περάσει τόσα χρόνια.

Ο Χρόνος δε τη θυμόταν, και εκείνη στη προσπάθεια της να ξεχάσει τόσα χρόνια αυτά που την πονούσαν, είχε ξεχάσει και πράγματα που δεν ήθελε.
Όμως ανοίγοντας τη πόρτα, κοιτώντας τα μάτια του, άρχισε κάτι να της θυμίζει.

Ο Χρόνος έμοιαζε κουρασμένος και θλιμμένος, μόνος, όπως ήταν και εκείνη.

Τον άφησε να περάσει, και του πρόσφερε τη συντροφιά της, και εκείνος τη δική του.
Όση ώρα έμεινε ο Χρόνος, δε συζητούσαν, απλά κοιταζόντουσαν.
Υπήρχε κάτι οικείο μεταξύ τους, ας μη το καταλάβαιναν, 
ακόμα και αν δεν θυμόντουσαν, η μαγεία ήταν εκεί, για 2η φορά.
Όμως ο Χρόνος δε πίστευε ούτε στη μαγεία.
Η Αγάπη όμως, μόλις είχε αρχίσει να πιστεύει σε αυτή.


Ήρθε η ώρα ο Χρόνος να φύγει ξανά και να συνεχίσει τον δρόμο του. 
Το κάστρο της Αγάπης ήταν απλά ένας σταθμός,
ένα διάλειμμα για ξεκούραση και τίποτα παραπάνω για εκείνον.
Για την Αγάπη όμως.... για την Αγάπη σήμαινε πολλά περισσότερα.
Και άρχισε να το καταλαβαίνει , όταν χαιρέτησε τον Χρόνο
 και του ευχήθηκε καλή συνέχεια στο ταξίδι του.

Άρχισε να σκέφτεται, πως είναι δυνατόν να έφτασε στη πόρτα της,
μετά από τόσα χρόνια, να κατάφερε μόνο εκείνος να περάσει απο τον φρουρό.
Και γιατί τον άφησε ο φρουρός της να περάσει; 

Δεν ήξερε τι να σκεφτεί, δεν ήξερε αν έπρεπε να ασχοληθεί, ή να το θεωρήσει τυχαίο.
Σαν ένα λάθος, ίσως ο φρουρός της να είχε κοιμηθεί και να μη τον κατάλαβε που πέρασε.

Αυτή η σκέψη, την τρόμαξε και την εκνεύρισε.
Έτσι τον ρώτησε, γιατί τον άφησε να περάσει.
Ο φρουρός δεν κοιμόταν, και της απάντησε απλώς ότι
"είναι σημαντικός".

Αυτό αρκούσε για την Αγάπη, για να βγει από το κάστρο της, αλλά όχι για να φύγει από αυτό.
Έτσι τον ξανά ρώτησε, "γιατί είναι σημαντικός; ποιός είναι;"
μα δε πήρε απάντηση, μονάχα ένα αίσθημα μέσα της. 
Ο Χρόνος είχε καταφέρει να κατεβάσει τις άμυνες της.
Τους τοίχους που είχε χτίσει μέσα της. 
Καθώς το συνειδητοποίησε αυτό, άρχισε να διαλύεται το κάστρο της.
Και  η Αγάπη άρχισε να τρομάζει.
Ήταν μόνη της, στη μέση του πουθενά, χωρίς καμία άμυνα,
αλλά και χωρίς τίποτα να τη κρατάει πια εκεί.

Έτσι ξεκίνησε να παίρνει το μονοπάτι που είχε δει πριν, να ακολουθεί ο Χρόνος,
προσπαθώντας να τον ξανά βρει, για να καταλάβει, να μάθει, να τον γνωρίσει.


Άρχισε να μιλάει, μήπως την ακούσει και μιλήσει, ώστε να τον βρει.
Και πράγματι της μίλησε κάποια στιγμή, μιας και του φάνηκε περίεργο.
Δεν είχε συνηθίσει να έχει παρέα στον δρόμο του,
πάντα ήταν μόνος.


...συνεχίζεται...





Υ.Γ.1. Ο Φρουρός που αναφέρεται στο παραμύθι, είναι ο άγρυπνος φρουρός του καθενός μας, η ψυχή μας, που δε ξεγελιέται καθόλου εύκολα, και αναγνωρίζει άλλες γνώριμες ψυχές.


Υ.Γ.2.  Το "παραμύθι" χωρίζεται σε 3 μέρη:
Μέρος 1ο : Η αρχή
Μέρος 2ο: Το ταξίδι

Μέρος 3ο : Με αγάπη