Favs

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

Η Αγάπη και ο Χρόνος (το παραμύθι μου) ~ Με αγάπη (Μέρος 3ο & τελευταίο) ~ Ήσουν το χάος, στην ισορροπία μου.

.....



Οι μέρες περνούσαν.. Οι μήνες περνούσαν. Πλησίαζε ο καιρός που ο Χρόνος θα γυρνούσε.
Θα περνούσε πάλι από τη ζωή της, μία ακόμα φορά.
Μια τελευταία φορά.


Προσπαθούσε να ζει στο φως όλο αυτό το διάστημα.
Να μη πονάει.
Της ήταν τόσο δύσκολο μερικές μέρες..
Είχε αρχίσει να νιώθει κενή.
Όταν δεν έχεις κάτι να περιμένεις, αυτό το αίσθημα είναι πολύ δυνατό και χαοτικό.


Προσπαθώντας να κερδίσει τον Χρόνο, τον είχε χάσει.
Τον είχε τρομάξει ίσως.
Ίσως να τον τρόμαξαν τα αισθήματα της.


Ίσως, πάλι, να μην ήταν γραφτό.



Ήταν η πρώτη φορά που είχε ακούσει τη ψυχή της.

Ήταν η πρώτη φορά που είχε αγαπήσει κάποιον, με τη ψυχή της.


Το λάθος της δεν ήταν που πίστεψε στην αγάπη της.
Το λάθος της ήταν που πίστεψε στα λόγια του.



Το ότι πίστεψε ότι έχει μια ευκαιρία, που δεν είχε ποτέ, στη πραγματικότητα.



Ο Χρόνος δε σκόπευε να δώσει ποτέ μια ευκαιρία στην Αγάπη.

Ίσως να ήθελε.. ίσως να πίστευε και εκείνος ότι μπορεί να τη δώσει για λίγο.
Όμως δε μπορούσε. Δε μπόρεσε.



Η διαφορά τους ήταν τα θέλω τους. 
Οι ανάγκες τους ήταν οι ίδιες.
Όμως ο Χρόνος ζούσε με τα θέλω του.
Η αγάπη ζούσε για τις ανάγκες της.
Δε μπορούσε να αλλάξει αυτή την επιλογή του.


Την πλήγωνε αυτό. Ότι άργησε. 
Είχε αργήσει να μπει στη ζωή του.
Αυτό σήμαινε το τέλος τους.
Δε μπορούν να συνυπάρχουν.
Δε μπορούσε να μείνει στη ζωή του.
Τη κομμάτιαζε, τη πονούσε αυτό.


Όμως έπρεπε να φύγει, ακόμα και αν τον αγαπούσε πολύ.




Αποφάσισε πριν φύγει, να τον συναντήσει, για μια τελευταία φορά. Έτσι και έγινε.
Ήρθε η μέρα που θα τον ξανά έβλεπε.
Είχαν περάσει 10 μήνες, από τότε που τον είχε δει τελευταία φορά.




Καθώς πήγαινε να τον συναντήσει, κάθε βήμα που έκανε προς το μέρος της συνάντησης τους,
ήταν ένα βήμα πιο κοντά στο τέλος. Οι ώρες πια μετρούσαν ανάποδα.



Ήταν εδώ, μπροστά της. Τόσο ίδιος και αλλαγμένος ταυτόχρονα.

Κάθε ταξίδι, του άφηνε σημάδια.
Στα μάτια του μια θλίψη.
Τώρα όμως προσπαθούσε να την κρύψει.



Σε κάποιο από τα μηνύματα που του είχε στείλει η Αγάπη, είχε αναφέρει αυτή τη θλίψη που βλέπει στα μάτια του, όσες φορές τον είδε, από τη στιγμή που τον είχε πρωτογνωρίσει.
Έτσι εκείνος, ήξερε πια, ότι η Αγάπη βλέπει πράγματα, που ο ίδιος, δεν ήθελε κανείς να βλέπει.

Της είπε κιόλας ότι δεν έχει ιδέα πως νιώθει, τι σκέφτεται.
Δε του απάντησε. Ήξερε τι σκεφτόταν. Ήξερε τι ένιωθε. Έβλεπε όλα αυτά που ήθελε να κρύψει.
Τον άφησε να πιστεύει ότι είχε καταφέρει να τα καλύψει.





Εξ΄ άλλου, είχε έρθει, να τον δει, για τελευταία φορά.
Δεν ήθελε να μπει στο τρυπάκι να του απαντήσει.

Είχε πολλά να του πει. Ήθελε να του πει πολλά.
Αλλά διάλεξε απλά να τον κοιτάζει να προσποιείται.


Ήθελε να τον δει να γελάει.
Ήθελε να τον κάνει να νιώθει καλά.
Και αυτό προσπαθούσε να κάνει.

Τον έβλεπε να προσποιείται για πολλά.

Η αλήθεια είναι, ότι ένιωθε, ότι δεν ήθελε να είναι εκεί πραγματικά.
Δεν ήθελε να είναι μαζί της.

Και αυτό τη πονούσε, αλλά συνέχισε και εκείνη να προσποιείται.


Η ώρα πέρασε. Ήρθε η στιγμή να φύγει.
Ήρθε η στιγμή να αφήσει το Χρόνο να φύγει.



Τον χαιρέτησε, και έφυγε.
Καθώς έφευγε, στάθηκε, και κοίταξε πίσω.
Το ίδιο είχε κάνει και εκείνος.




Αυτή τη φορά, η φωτιά, είχε αφήσει στάχτες.




Αυτή τη φορά, έπρεπε να προχωρήσει.
Η καρδιά της, το μόνο που ήθελε, ήταν να γυρίσει.. να τρέξει προς το μέρος του,
να του δώσει μια αγκαλιά, ένα φιλί στο μάγουλο του
& να του πει ένα "σ' αγαπώ" κοιτάζοντας τα μάτια του.


Δε ξέρει, ούτε η ίδια, πως κρατήθηκε.
Σκέφτηκε απλά ότι δεν έπρεπε να το κάνει.
Σκέφτηκε ότι εκείνος δεν την ήθελε  στη ζωή του.
Δεν ήθελε καν τη παρέα της.

Είχε βαρεθεί να τρέχει πίσω του.
Είχε βαρεθεί, αυτός ο έρωτας της, να της τσαλαπατάει την αξιοπρέπεια της.
Για πρώτη φορά μετά από 10 μήνες, σκέφτηκε το δικό της καλό.
Σκέφτηκε πόσο χαμηλά είχε πέσει.





Ο Χρόνος είχε σπάσει την εμπιστοσύνη που του είχε.
Ο έρωτας αυτός, είχε σπάσει την εμπιστοσύνη στον ίδιο της τον εαυτό.
Δεν ήθελε να κάνει άλλα λάθη.
Έτσι γύρισε μπροστά και συνέχισε να περπατάει.



Τις μέρες που ακολούθησαν, σκεφτόταν μήπως αυτό ήταν λάθος.
Που πάλι αγνόησε τη καρδιά της.


Όμως, κάποια στιγμή, αποδείχθηκε ότι αυτή τη φορά έκανε το σωστό.
Είχε δώσει τόσα πολλά, και είχε αρχίσει να χάνει τον εαυτό της.


Έμαθε ότι της είχε πει ψέματα.
Έμαθε την αλήθεια. Κατάλαβε την δική του αλήθεια.
Και θύμωσε. Θύμωσε με εκείνον & με τον εαυτό της.




Η Αγάπη έχει ελαττώματα , όπως όλοι.
Όμως δε ξέρει πως να μισεί.

Μπορεί να μισήσει μόνο τα ψέματα, συμπεριφορές, κρυμμένες αλήθειες.
Μίσησε λοιπόν τη συμπεριφορά του Χρόνου απέναντι της..
αλλά δε μπορούσε να μισήσει εκείνον.




Η αγάπη που του έχει, είναι ακόμα εκεί. Άθιχτη.


Ήταν πάντα εκεί. Από το πρώτο βλέμμα που ανταλλάξανε όταν γνωρίστηκαν.


Δεν υπήρχε τίποτα που να μπορεί να καταστρέψει την αγάπη που του έχει.







Μπορεί η Αγάπη να μην ήταν στα σχέδια, στη σκέψη, στα όνειρα του Χρόνου,
όμως ο Χρόνος ήταν σε ότι σκεφτόταν, σε ότι ονειρευόταν, σε ότι ένιωθε, σε ότι μάθαινε η Αγάπη.

Στο χαμόγελο της.
Στις στιγμές που είχε κρατήσει μέσα της.






-Μερικοί ίσως νομίσουν ότι της έμεινε απωθημένο.
Αυτός ο μεγάλος -μονόπλευρος- έρωτας, που έμεινε στα λόγια.


Αυτή η φωτιά που έγινε στάχτη.
Όμως το μόνο που έμεινε από όλα αυτά, ήταν η αγάπη.

Τον νοιαζόταν, τον αγαπούσε, όμως ο έρωτας είχε σβήσει.
Ο έρωτας είχε γίνει στάχτη.



Μερικές φορές τον σκεφτόταν.

Της έλειπε και στεναχωριόταν που δεν θα τον ξανά έβλεπε.

Γνώριζε μονάχα την απουσία του, αλλά πάντα ένα κομμάτι της,
ζητούσε τη παρουσία του στη ζωή της.


Το μόνο που την ένοιαζε πια,
ήταν να είναι καλά.
Να έχει πάντα ασφαλή ταξίδια.
Εύχεται πάντα για τη μέρα που θα βρει και θα ζήσει την ευτυχία.-










Το ταξίδι αυτό είχε φτάσει στο τέλος του.

Το περίμενε καιρό αυτό το τέλος, και ας ήξερε από την αρχή ότι θα πονέσει.
Ήταν προετοιμασμένη να δεχτεί τις πληγές και να τις επουλώσει.

Δε μετάνιωσε τίποτα από αυτά που ένιωσε.

Δε σταμάτησε στιγμή να τον αγαπάει.



- Και η αγάπη..?




Όταν κάτι τελειώνει με αγάπη, ποτέ δεν είναι λάθος.










«Ταξίδι αρχίζεις.. Με αγάπη τελειώνει.»






Υ.Γ.1ο.  Δε φτάνει ένα παραμύθι, δε φτάνει ένα ευχαριστώ, για όσα με έκανες να νιώσω.Σε ευχαριστώ που υπάρχεις. Σε ευχαριστώ που πέρασες από τη ζωή μου.

 Δε θα σε ξεχάσω ποτέ. Σ'αγαπώ, πάντα.












Υ.Γ.2ο. Το "παραμύθι" μου είναι εμπνευσμένο από έναν άνθρωπο που μπήκε στη ζωή μου πριν ένα χρόνο, περίπου, και με έκανε να νιώσω ξανά ζωντανή. 
Με πόνεσε μεν, αλλά έτσι είναι ο έρωτας. Πονάει.
Με έκανε όμως και καλύτερο άνθρωπο. Πιο αισιόδοξο άνθρωπο. 
Με έκανε να ανοιχτώ. Να μιλάω για τα αισθήματα μου.
Παρ' όλο το χάος και το κενό που δημιούργησε αρχικά το τέλος αυτής της ιστορίας,
ξέρω ότι όλα θα είναι μια χαρά στο τέλος.
Ο λόγος που το πιστεύω αυτό?

Γιατί εκείνος μου θύμισε ποια ήμουν,
& κυρίως, μου θύμισε ποια θέλω να είμαι.
 

Μπορεί να μην έζησα κανένα παραμύθι, όμως πιστεύω ότι οι έρωτες καταλήγουν σε παραμύθια, μόνο όταν είναι αμφίπλευροι και μοναδικοί. 
Στη δική μου περίπτωση ήταν μοναδικός, 
αλλά μονόπλευρος επίσης, ακόμα και στη μοναδικότητα του.
Μου έμαθε πολλά όμως.
Μου θύμισε πολλά. 

Γιατί να σπαταλήσω ενέργεια και μίσος, να σκεφτώ κάτι άσχημο, για εκείνον, όταν μου έκανε καλό?
Θα σκεφτείς και θα μου πεις, ο πόνος που σου προξένησε, ήταν κάτι άσχημο.
Η αγάπη είναι πιο δυνατή από τον πόνο.
Και επίσης ο πόνος είναι αναγκαίο κακό. 

Δε μπορείς να χαρείς το φως, όταν δε γνωρίζεις το σκοτάδι.
Για να αναγνωρίσεις τη σημασία των πραγμάτων, πρέπει να ξέρεις τα αντίθετα τους.

Εξάλλου είναι επιλογή σου.
Έχεις πάντα 2 επιλογές. Να κάνεις κάτι ή να μη κάνεις τίποτα. 
Όποια και αν είναι η επιλογή σου, 
υπάρχουν φορές που θα πονάς για αυτό που δε διάλεξες και άλλες για αυτό που διάλεξες.
Το θέμα όμως είναι ότι, είσαι ελεύθερος στην επιλογή του πόνου σου.
Όπως ακριβώς είσαι ελεύθερος για την επιλογή που θα κάνεις.
Και δε φταίει κανείς άλλος, για τις επιλογές σου και τα λάθη σου.

Την ευθύνη λοιπόν για τον πόνο μου, την έχω εγώ. Όχι εκείνος.
Στη τελική για να σε πονέσει  κάποιος, σημαίνει ότι του έχεις δώσει αυτή την ελευθερία.
Οπότε και πάλι, η ευθύνη πέφτει πάνω στη δική σου λάθος επιλογή να του δώσεις αυτή την ελευθερία. 

Δε λέω "μη δίνεις ευκαιρίες". 
Λέω απλά πρόσεχε που τις δίνεις. 
Εγώ δε μετάνιωσα ποτέ την ευκαιρία που έδωσα σε εκείνον και σε μένα.
Σε αυτή την ιστορία.
Και ας μη βγήκε πουθενά...
κλείνουμε το βιβλίο, ανοίγουμε ένα καινούργιο και συνεχίζουμε.



Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2015

Η Αγάπη και ο Χρόνος (το παραμύθι μου) ~ To Ταξίδι ( Μέρος 2ο )

...
 Ο Χρόνος συνέχισε το ταξίδι του, χωρίς να ξέρει, ότι η Αγάπη τον ακολουθούσε.

Ακολουθούσε τα βήματα του, ένιωθε τη μοναξιά του πολλές φορές.

Ο Χρόνος πάντα βήματα μπροστά, σπάνια "σπαταλούσε" χρόνο για να ξεκουραστεί.
Δε το έβρισκε και αναγκαίο, γιατί ποτέ δε ξεκουραζόταν ιδιαίτερα. Όσο και να προσπαθούσε.

Η Αγάπη σπάνια τον προλάβαινε. Στην αρχή  συνήθως του ψιθύριζε. Προσπαθούσε να κρατήσει απόσταση, για να μην τον τρομάξει.Ίσα που προλάβαινε να τον δει, να τον χαιρετίσει.
Σπάνια του μιλούσε, κυρίως για να τον κάνει να καταλάβει τη παρουσία της.
Ο Χρόνος δεν απαντούσε, και δεν τον ένοιαζε ιδιαίτερα είτε η παρουσία, είτε η απουσία της.

Βλέπεις.. η Αγάπη, είχε αγαπήσει τον Χρόνο.
Νοιαζόταν πολύ για εκείνον.
Πίστευε πολύ σε εκείνον.

Προσπαθούσε να βρει τρόπους, να τον πλησιάσει, να του μιλήσει, να την αφήσει να είναι κοντά του.

Αυτό το ταξίδι, το αρχίσανε μαζί. 
Ξεχωριστά, αλλά μαζί. 

Μια μέρα η Αγάπη τον συνάντησε ξανά, και εμφανίστηκε μπροστά του, θέλοντας να του δώσει κάτι.
Ο Χρόνος της έδωσε λίγο από τον χρόνο του. Για την Αγάπη ήταν αρκετό.
Η Αγάπη του έδωσε τη καρδιά της τυλιγμένη όμορφα σε ένα φιλί.
Αυτό το φιλί ήταν αρκετό για να τη κάνει να νιώσει ζωντανή ξανά.
Ήθελε να του δώσει και μια αγκαλιά, αλλά δε τα κατάφερε.
Φοβήθηκε...

 & ο Χρόνος έφυγε ξανά, για ένα μεγαλύτερο ταξίδι αυτή τη φορά.
Η Αγάπη όμως δε μπορούσε να τον ακολουθήσει σε αυτό το ταξίδι.
Ήταν πάντα νοητά μαζί του, αλλά ποτέ στον ίδιο χώρο.

Τον άφησε να φύγει... πιστεύοντας ότι θα καταφέρει αυτό που ήθελε,ακόμα και από απόσταση.


Ήθελε πολύ να τα καταφέρει..
Έτσι ξεκίνησε να προσπαθεί.

Η Αγάπη άρχισε να μετράει τη ζωή της, στις στιγμές που ένιωθε ζωντανή.
Στις φορές που κατάφερνε να μιλήσει με τον Χρόνο.

Είχε μάθει να ζει μόνη της...
Όμως τώρα είχε αγαπήσει. Είχε μαγευτεί. Είχε ερωτευτεί.
Και αυτός ο έρωτας τη μπέρδευε. 
Αυτόν τον έρωτα, τον φοβόταν.

Φοβόταν την επιρροή του.
Φοβόταν μήπως τη καταστρέψει.
Όσο και να φοβόταν όμως το πόνο, φοβόταν περισσότερο το κενό.
Την αναισθησία. Το να μη νιώθει τίποτα. Το να είναι παγωμένη. Άδεια.

Έτσι πήρε την απόφαση να κυνηγήσει αυτά τα αισθήματα που ένιωθε.
Να νικήσει αυτά που φοβάται.


Άρχισε να ονειρεύεται. Ο Χρόνος της είχε θυμίσει πως να ονειρευτεί ξανά.
Ακόμα και αν ήξερε -με όση λογική είχε μείνει μέσα της- ότι δε θα βγουν τα όνειρα της.
Δε θα ζούσε κανένα παραμύθι.

Αυτό όμως δε τη σταμάτησε.
Εκείνη τη στιγμή, δεν ήταν τίποτα δυνατό να τη σταματήσει...
& ειδικά η λογική της που αδύναμη - ούρλιαζε.

Αυτό που ήθελε η Αγάπη, ήταν να πείσει το Χρόνο ότι υπάρχει.
Να καταλάβει ότι η αγάπη, υπάρχει.
Να τον κάνει να θυμηθεί, αυτό που είχε ξεχάσει.

Μα ο Χρόνος δεν ήθελε.

Υπήρχε η χιλιομετρική απόσταση, όμως δεν ήταν αυτή η απόσταση που την ενοχλούσε.
Ήταν η συναισθηματική απόσταση, που είχε δημιουργήσει ο ίδιος.
Αυτό την εκνεύριζε και την σκότωνε ταυτόχρονα.

Όμως αυτό που την ένοιαζε, πάντα, ήταν να είναι καλά και ας ήταν μακρυά της.

Κάποια στιγμή, άνοιξε τη καρδιά της και του είπε αυτά που νιώθει,
όμως ο Χρόνος δεν ένιωθε το ίδιο.


Αυτό την πλήγωσε, όμως την έκανε να καταλάβει, ότι αυτά που ήθελε να του δείξει, 
δε θα μπορούσε ποτέ να τα δει εκείνος.

Έτσι απομακρύνθηκε, για να μη πληγώνεται, και να μη πληγώνει εκείνον.
Τον νοιαζόταν πολύ. Τον αγαπούσε. Τον σεβόταν.
Σεβόταν την επιλογή του, την αποχή του. 



Όμως υπήρχαν στιγμές που ένιωθε τον πόνο του.
Ένιωθε ότι εκείνος δεν ήταν καλά.
Και αυτό την έκανε να συνεχίσει να προσπαθεί για το καλό του,
αγνοώντας τις συνέπειες, για το δικό της καλό.

Είχε υπομονή μαζί του (στο να τον βοηθήσει να καταλάβει, να δει). Αυτό εξάλλου είναι αγάπη.
Προσπαθούσε, όμως δεν επέμενε πλέον, όσο και αν το ήθελε.

Της έλειπε, θυμόταν τα πάντα..
Είχε υποσχεθεί στον εαυτό της ότι δε θα ξεχνούσε ποτέ ξανά.
Όμως δεν ήθελε να τον πιέσει, να τον κάνει να νιώσει άσχημα.

Μπορεί να μην μοιραζόταν μαζί της τα ίδια συναισθήματα, 
αλλά είχε τα δικά του αισθήματα.

Ο Χρόνος της είπε ότι δεν θέλει τίποτα.


Και προσπαθούσε κάθε στιγμή, κάθε λεπτό, με όλα τα κύτταρά της, 
να του δώσει αυτό το τίποτα που είχε ζητήσει, ενώ εκείνη ήθελε να του δώσει τα πάντα.


Όσο καιρό έλειπε, η Αγάπη βρήκε την ευκαιρία και μάθαινε ξανά τον εαυτό της από την αρχή.
Ήταν η ίδια, αλλά αλλαγμένη. Ήταν ελεύθερη από το παρελθόν της.
Αυτή την ελευθερία την τρόμαζε μερικές φορές, γιατί δεν τη γνώριζε.
Φοβόταν να αποχωριστεί τελείως το παρελθόν της.
Σκεφτόταν ότι αν το αφήσει ελεύθερο και αυτό, δεν θα έχει τίποτα.
Δε θα υπάρχει τίποτα δικό της. Δεν θα ήταν πια η ίδια.


Όμως δεν άργησε να καταλάβει ότι το παρελθόν δε φεύγει ποτέ εντελώς από μέσα μας.
Είναι κομμάτι μας, ακόμα και αν το αφήσουμε ελεύθερο,
υπάρχουν κομμάτια του που μας "ορίζουν".
Είναι εκείνα τα κομμάτια, που μας έφεραν εδώ ακριβώς.
Σε αυτή τη στιγμή της ζωής μας.
Οι επιλογές μας. Τα λάθη μας και τα σωστά μας.
Οι φόβοι μας και τα όνειρα μας.

Τα όνειρα που γκρεμίστηκαν..
Οι δαίμονες που ηττήθηκαν.

Όσο εκείνος έλειπε, κατάφερε να νικήσει πολλούς δαίμονες της.
Για αυτό και κατάφερε να αφήσει το παρελθόν εκεί που ανήκει.

Φοβόταν ακόμα.. και υπήρχαν μέρες που ένιωθε κενή και λυπόταν.


Όμως είχε διαλέξει. Ήταν σίγουρη για αυτό που διάλεξε.
Είχε διαλέξει να ζήσει. Να μην αφήσει ξανά το σκοτάδι να μπει μέσα της.
Να κάνει ότι την ευχαριστεί, οτιδήποτε την γεμίζει.
Να κυνηγήσει τα όνειρα της, ακόμα και αν φάνταζαν εξωπραγματικά.








Ναι υπήρχαν στιγμές που το σκοτάδι μέσα της, της αποσπούσε τη προσοχή.
Όταν ένιωθε λίγο άδεια, παραμελημένη, μόνη.

 Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί το σκοτάδι σαν ένα δωμάτιο.

Δαίμονες έχουμε όλοι.
Αυτό το σκοτεινό δωμάτιο υπάρχει σε όλες τις καρδιές.
Και εκείνη το γνώριζε καλά.
Είχε περάσει ατελείωτα βράδια εκεί μέσα, για πολλά χρόνια.
Δε σας το λέω για να στεναχωρηθείτε! 
Μέσα στο "κακό", της έκανε καλό.
Την έκανε δυνατή.

Υπάρχουν άνθρωποι που μένουν εκεί μια ζωή.
Κάποιοι από επιλογή, άλλοι γιατί δεν έχουν τη δύναμη μόνοι τους να βγουν, και θέλουν βοήθεια, αν και σπάνια ζητάνε βοήθεια, γιατί ντρέπονται, γιατί φοβούνται.
Και αυτοί είναι 2 λόγοι από τους πολλούς που μπήκαν εκεί μέσα εξ' αρχής.
Εκείνη δε ντρεπόταν, αλλά φοβόταν από πάντα.
Δεν της άρεσε να ζητά βοήθεια,
 όμως της είχε δοθεί απλόχερα από μια ψυχή, και δε μπορούσε να αρνηθεί.

Της δόθηκε ξανά και από εκείνον, από τον Χρόνο..
και δεν μπορούσε, ούτε ήθελε να αρνηθεί. 
Δεν υπήρχε κανείς λόγος να μένει εκεί μέσα.

Παλιότερα το μισούσε αυτό το μέρος, αλλά ήταν το καταφύγιο της.
Είχε όμως σταματήσει πια να το μισεί.
Ίσως και να το αγαπούσε πλέον, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι της άρεσε να μπαίνει εκεί.

Αυτό βέβαια δε σημαίνει, ότι δε "σκοτείνιαζε" ποτέ.
Απλώς προσπαθούσε να μην το "επισκέπτεται" συχνά αυτό το σκοτεινό δωμάτιο
και όταν της ήταν αδύνατο να το αποφύγει, απλώς προσπαθούσε να μη μείνει εκεί για πολύ.

Της άρεσε το φως. Το σκοτάδι δε της άρεσε αλλά της ήταν οικείο, και δε το φοβόταν.
Πλέον δε φοβόταν τίποτα. Άρχισε να προσπαθεί να ζει στο φως..

Και περίμενε την επιστροφή του.
Περίμενε να τον ξανά δει.



......