Favs

Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2015

Η Αγάπη και ο Χρόνος (το παραμύθι μου) ~ To Ταξίδι ( Μέρος 2ο )

...
 Ο Χρόνος συνέχισε το ταξίδι του, χωρίς να ξέρει, ότι η Αγάπη τον ακολουθούσε.

Ακολουθούσε τα βήματα του, ένιωθε τη μοναξιά του πολλές φορές.

Ο Χρόνος πάντα βήματα μπροστά, σπάνια "σπαταλούσε" χρόνο για να ξεκουραστεί.
Δε το έβρισκε και αναγκαίο, γιατί ποτέ δε ξεκουραζόταν ιδιαίτερα. Όσο και να προσπαθούσε.

Η Αγάπη σπάνια τον προλάβαινε. Στην αρχή  συνήθως του ψιθύριζε. Προσπαθούσε να κρατήσει απόσταση, για να μην τον τρομάξει.Ίσα που προλάβαινε να τον δει, να τον χαιρετίσει.
Σπάνια του μιλούσε, κυρίως για να τον κάνει να καταλάβει τη παρουσία της.
Ο Χρόνος δεν απαντούσε, και δεν τον ένοιαζε ιδιαίτερα είτε η παρουσία, είτε η απουσία της.

Βλέπεις.. η Αγάπη, είχε αγαπήσει τον Χρόνο.
Νοιαζόταν πολύ για εκείνον.
Πίστευε πολύ σε εκείνον.

Προσπαθούσε να βρει τρόπους, να τον πλησιάσει, να του μιλήσει, να την αφήσει να είναι κοντά του.

Αυτό το ταξίδι, το αρχίσανε μαζί. 
Ξεχωριστά, αλλά μαζί. 

Μια μέρα η Αγάπη τον συνάντησε ξανά, και εμφανίστηκε μπροστά του, θέλοντας να του δώσει κάτι.
Ο Χρόνος της έδωσε λίγο από τον χρόνο του. Για την Αγάπη ήταν αρκετό.
Η Αγάπη του έδωσε τη καρδιά της τυλιγμένη όμορφα σε ένα φιλί.
Αυτό το φιλί ήταν αρκετό για να τη κάνει να νιώσει ζωντανή ξανά.
Ήθελε να του δώσει και μια αγκαλιά, αλλά δε τα κατάφερε.
Φοβήθηκε...

 & ο Χρόνος έφυγε ξανά, για ένα μεγαλύτερο ταξίδι αυτή τη φορά.
Η Αγάπη όμως δε μπορούσε να τον ακολουθήσει σε αυτό το ταξίδι.
Ήταν πάντα νοητά μαζί του, αλλά ποτέ στον ίδιο χώρο.

Τον άφησε να φύγει... πιστεύοντας ότι θα καταφέρει αυτό που ήθελε,ακόμα και από απόσταση.


Ήθελε πολύ να τα καταφέρει..
Έτσι ξεκίνησε να προσπαθεί.

Η Αγάπη άρχισε να μετράει τη ζωή της, στις στιγμές που ένιωθε ζωντανή.
Στις φορές που κατάφερνε να μιλήσει με τον Χρόνο.

Είχε μάθει να ζει μόνη της...
Όμως τώρα είχε αγαπήσει. Είχε μαγευτεί. Είχε ερωτευτεί.
Και αυτός ο έρωτας τη μπέρδευε. 
Αυτόν τον έρωτα, τον φοβόταν.

Φοβόταν την επιρροή του.
Φοβόταν μήπως τη καταστρέψει.
Όσο και να φοβόταν όμως το πόνο, φοβόταν περισσότερο το κενό.
Την αναισθησία. Το να μη νιώθει τίποτα. Το να είναι παγωμένη. Άδεια.

Έτσι πήρε την απόφαση να κυνηγήσει αυτά τα αισθήματα που ένιωθε.
Να νικήσει αυτά που φοβάται.


Άρχισε να ονειρεύεται. Ο Χρόνος της είχε θυμίσει πως να ονειρευτεί ξανά.
Ακόμα και αν ήξερε -με όση λογική είχε μείνει μέσα της- ότι δε θα βγουν τα όνειρα της.
Δε θα ζούσε κανένα παραμύθι.

Αυτό όμως δε τη σταμάτησε.
Εκείνη τη στιγμή, δεν ήταν τίποτα δυνατό να τη σταματήσει...
& ειδικά η λογική της που αδύναμη - ούρλιαζε.

Αυτό που ήθελε η Αγάπη, ήταν να πείσει το Χρόνο ότι υπάρχει.
Να καταλάβει ότι η αγάπη, υπάρχει.
Να τον κάνει να θυμηθεί, αυτό που είχε ξεχάσει.

Μα ο Χρόνος δεν ήθελε.

Υπήρχε η χιλιομετρική απόσταση, όμως δεν ήταν αυτή η απόσταση που την ενοχλούσε.
Ήταν η συναισθηματική απόσταση, που είχε δημιουργήσει ο ίδιος.
Αυτό την εκνεύριζε και την σκότωνε ταυτόχρονα.

Όμως αυτό που την ένοιαζε, πάντα, ήταν να είναι καλά και ας ήταν μακρυά της.

Κάποια στιγμή, άνοιξε τη καρδιά της και του είπε αυτά που νιώθει,
όμως ο Χρόνος δεν ένιωθε το ίδιο.


Αυτό την πλήγωσε, όμως την έκανε να καταλάβει, ότι αυτά που ήθελε να του δείξει, 
δε θα μπορούσε ποτέ να τα δει εκείνος.

Έτσι απομακρύνθηκε, για να μη πληγώνεται, και να μη πληγώνει εκείνον.
Τον νοιαζόταν πολύ. Τον αγαπούσε. Τον σεβόταν.
Σεβόταν την επιλογή του, την αποχή του. 



Όμως υπήρχαν στιγμές που ένιωθε τον πόνο του.
Ένιωθε ότι εκείνος δεν ήταν καλά.
Και αυτό την έκανε να συνεχίσει να προσπαθεί για το καλό του,
αγνοώντας τις συνέπειες, για το δικό της καλό.

Είχε υπομονή μαζί του (στο να τον βοηθήσει να καταλάβει, να δει). Αυτό εξάλλου είναι αγάπη.
Προσπαθούσε, όμως δεν επέμενε πλέον, όσο και αν το ήθελε.

Της έλειπε, θυμόταν τα πάντα..
Είχε υποσχεθεί στον εαυτό της ότι δε θα ξεχνούσε ποτέ ξανά.
Όμως δεν ήθελε να τον πιέσει, να τον κάνει να νιώσει άσχημα.

Μπορεί να μην μοιραζόταν μαζί της τα ίδια συναισθήματα, 
αλλά είχε τα δικά του αισθήματα.

Ο Χρόνος της είπε ότι δεν θέλει τίποτα.


Και προσπαθούσε κάθε στιγμή, κάθε λεπτό, με όλα τα κύτταρά της, 
να του δώσει αυτό το τίποτα που είχε ζητήσει, ενώ εκείνη ήθελε να του δώσει τα πάντα.


Όσο καιρό έλειπε, η Αγάπη βρήκε την ευκαιρία και μάθαινε ξανά τον εαυτό της από την αρχή.
Ήταν η ίδια, αλλά αλλαγμένη. Ήταν ελεύθερη από το παρελθόν της.
Αυτή την ελευθερία την τρόμαζε μερικές φορές, γιατί δεν τη γνώριζε.
Φοβόταν να αποχωριστεί τελείως το παρελθόν της.
Σκεφτόταν ότι αν το αφήσει ελεύθερο και αυτό, δεν θα έχει τίποτα.
Δε θα υπάρχει τίποτα δικό της. Δεν θα ήταν πια η ίδια.


Όμως δεν άργησε να καταλάβει ότι το παρελθόν δε φεύγει ποτέ εντελώς από μέσα μας.
Είναι κομμάτι μας, ακόμα και αν το αφήσουμε ελεύθερο,
υπάρχουν κομμάτια του που μας "ορίζουν".
Είναι εκείνα τα κομμάτια, που μας έφεραν εδώ ακριβώς.
Σε αυτή τη στιγμή της ζωής μας.
Οι επιλογές μας. Τα λάθη μας και τα σωστά μας.
Οι φόβοι μας και τα όνειρα μας.

Τα όνειρα που γκρεμίστηκαν..
Οι δαίμονες που ηττήθηκαν.

Όσο εκείνος έλειπε, κατάφερε να νικήσει πολλούς δαίμονες της.
Για αυτό και κατάφερε να αφήσει το παρελθόν εκεί που ανήκει.

Φοβόταν ακόμα.. και υπήρχαν μέρες που ένιωθε κενή και λυπόταν.


Όμως είχε διαλέξει. Ήταν σίγουρη για αυτό που διάλεξε.
Είχε διαλέξει να ζήσει. Να μην αφήσει ξανά το σκοτάδι να μπει μέσα της.
Να κάνει ότι την ευχαριστεί, οτιδήποτε την γεμίζει.
Να κυνηγήσει τα όνειρα της, ακόμα και αν φάνταζαν εξωπραγματικά.








Ναι υπήρχαν στιγμές που το σκοτάδι μέσα της, της αποσπούσε τη προσοχή.
Όταν ένιωθε λίγο άδεια, παραμελημένη, μόνη.

 Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί το σκοτάδι σαν ένα δωμάτιο.

Δαίμονες έχουμε όλοι.
Αυτό το σκοτεινό δωμάτιο υπάρχει σε όλες τις καρδιές.
Και εκείνη το γνώριζε καλά.
Είχε περάσει ατελείωτα βράδια εκεί μέσα, για πολλά χρόνια.
Δε σας το λέω για να στεναχωρηθείτε! 
Μέσα στο "κακό", της έκανε καλό.
Την έκανε δυνατή.

Υπάρχουν άνθρωποι που μένουν εκεί μια ζωή.
Κάποιοι από επιλογή, άλλοι γιατί δεν έχουν τη δύναμη μόνοι τους να βγουν, και θέλουν βοήθεια, αν και σπάνια ζητάνε βοήθεια, γιατί ντρέπονται, γιατί φοβούνται.
Και αυτοί είναι 2 λόγοι από τους πολλούς που μπήκαν εκεί μέσα εξ' αρχής.
Εκείνη δε ντρεπόταν, αλλά φοβόταν από πάντα.
Δεν της άρεσε να ζητά βοήθεια,
 όμως της είχε δοθεί απλόχερα από μια ψυχή, και δε μπορούσε να αρνηθεί.

Της δόθηκε ξανά και από εκείνον, από τον Χρόνο..
και δεν μπορούσε, ούτε ήθελε να αρνηθεί. 
Δεν υπήρχε κανείς λόγος να μένει εκεί μέσα.

Παλιότερα το μισούσε αυτό το μέρος, αλλά ήταν το καταφύγιο της.
Είχε όμως σταματήσει πια να το μισεί.
Ίσως και να το αγαπούσε πλέον, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι της άρεσε να μπαίνει εκεί.

Αυτό βέβαια δε σημαίνει, ότι δε "σκοτείνιαζε" ποτέ.
Απλώς προσπαθούσε να μην το "επισκέπτεται" συχνά αυτό το σκοτεινό δωμάτιο
και όταν της ήταν αδύνατο να το αποφύγει, απλώς προσπαθούσε να μη μείνει εκεί για πολύ.

Της άρεσε το φως. Το σκοτάδι δε της άρεσε αλλά της ήταν οικείο, και δε το φοβόταν.
Πλέον δε φοβόταν τίποτα. Άρχισε να προσπαθεί να ζει στο φως..

Και περίμενε την επιστροφή του.
Περίμενε να τον ξανά δει.



......

1 σχόλιο: